ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΦΙΛΙΠΠΩΝ
ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ (1913) ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΑΦΙΞΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (1922)
Πρέπει αρχικά να προσδιορίσουμε το χώρο και το χρόνο. Αν δε γνωρίσουμε τις συνθήκες που τότε είχαν διαμορφωθεί, λίγο πριν και λίγο μετά την απελευθέρωση της Καβάλας από τους Οθωμανικό ζυγό, θα είναι δύσκολο να κατανοήσουμε και την ανάγκη της ίδρυσης αυτού του Σχολείου. Του Δημοτικού Σχολείου Φιλίππων, του δικού μας Σχολείου.
Τώρα που είπαμε Φιλίππων, ψάχνοντας μάθαμε ότι δεν ήταν πάντοτε Φιλίππων. Από τότε που ιδρύθηκε, το 1923 και μέχρι το 1926, ήταν Σέλιανης, από το 1926 μέχρι το 1932 Μεσορρέματος και από το 1932 μέχρι το ??.. μέλλον ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΦΙΛΙΠΠΩΝ. Σε μια έκδοση της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. του 1962 βρήκαμε τις πληροφορίες για τις αλλαγές στο όνομα του χωριού.
Το χωριό μας αποτελούσε, τα πολύ παλιά χρόνια, συνοικισμό των Αρχαίων Φιλίππων, με πιθανή την ονομασία Σατρικένη. Βρέθηκε μια επιγραφή με το όνομα αυτό, αλλά δεν υπάρχουν πολλά άλλα στοιχεία ώστε να το πούμε με βεβαιότητα. Διατηρήθηκε σαν απομεινάρι της Αρχαίας πόλης, που στο μεταξύ είχε καλυφθεί από τα έλη και εγκαταλείφτηκε. Αυτόνομο χωριό πια, ακολούθησε τη μοίρα της υπόλοιπης Ελλάδας και κατέληξε, με τον καιρό, να αποτελεί τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με την ονομασία Σέλιανη. Σαν Σέλιανη το συναντάμε στο Λεξικό του Σ.ΒΟΥΤΗΡΑ που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1889 και μας πληροφορεί ότι «Σέλιανη: Κώμη εν τη Ανατολική Μακεδονία οικουμένη υπό 1300 κατοίκων ελληνόφωνων Μωαμεθανών».
Όταν στη δεκαετία του 1900 φάνηκε ότι πλησιάζει η κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Έλληνες και οι Βούλγαροι που διεκδικούσαν τη Μακεδονία προσπαθούσαν να βρουν τρόπους και επιχειρήματα για να διεκδικήσουν για λογαριασμό τους, όταν έρθει η ώρα, όσες περισσότερες περιοχές μπορούσαν. Η ύπαρξη σχολείων θα ήταν ένα καλό επιχείρημα. Έτσι ξεκίνησαν να κατασκευάζουν Σχολεία, όπου μπορούσαν, χωρίς να τους ενδιαφέρει και πολύ η ύπαρξη ή όχι μαθητών. Αυτό μας το αναφέρει ο καθηγητής της Ιστορίας Κ.Βακαλόπουλος στο βιβλίο του «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ». Προφανώς αυτός ήταν ο λόγος που το 1911 οι Βούλγαροι προσπάθησαν και κατάφεραν να πάρουν άδεια από τις τουρκικές αρχές για την ανέγερση ενός ακόμη Σχολείου. Έστειλαν μάστορες από το Νευροκόπι και σε λιγότερο από δύο χρόνια έκτισαν, γι? αυτό το σκοπό, στην άκρη του χωριού, ένα μεγάλο και όμορφο κτίριο. Έμειναν όμως, οι Βούλγαροι, με την όρεξη και με την προσπάθεια, γιατί τον Ιούνιο του 1913 ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωσε την Καβάλα και τη γύρω περιοχή, από τους Τούρκους. Συγχρόνως έδιωξε και τους Βούλγαρους που προσπαθούσαν και αυτοί να γίνουν κύριοι των απελευθερωμένων εδαφών. Έτσι, το όμορφο κτίριο που είχαν φτιάξει οι Βούλγαροι έμεινε άδειο, μόνο και παραπονεμένο στην άκρη του χωριού.
Οι ελάχιστες πληροφορίες που μπορέσαμε να μαζέψουμε, από διάφορες πηγές, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι τότε κάτοικοι της Σέλιανης, παρ? ότι το χωριό τους ήταν μεγάλο, δεν είχαν κάποιο σχολείο. Το μόνο που μάθαιναν τα παιδιά τους και φυσικά μόνο τα αγόρια, ήταν να μελετούν το κοράνι που ήταν γραμμένο στα αραβικά. Δάσκαλοι τους ήταν οι χοτζάδες που δίδασκαν στα τρία Τζαμιά του χωριού. Ένα από αυτά τα τζαμιά σώζεται ακόμη, αλλά χωρίς το μιναρέ του και χρησιμεύει πια σαν αποθήκη. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν υπήρχε κάποιο κτίριο για σχολείο. Όμως και το κτίριο αυτό που τους άφησαν οι Βούλγαροι δεν το χρησιμοποίησαν ποτέ. Μόνο κατά τον Α? Παγκόσμιο Πόλεμο (1916-1919) ο γερμανικός στρατός στέγασε εκεί, για κάποιο διάστημα, ένα Νοσοκομείο εκστρατείας. Δύο μεγάλοι κόκκινοι σταυροί, ένας στο δυτικό κι ένας στο νότιο τοίχο, σηματοδοτούσαν και για πολλά χρόνια μετά, τον ρόλο που του έλαχε να παίξει τότε.
Το Σεπτέμβρη του 1922 μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, άρχισαν να καταφθάνουν στο χωριό οι πρώτοι πρόσφυγες, οι προ προπαππούδες μας δηλαδή. Τότε το κτίριο αυτό αποδείχτηκε πολύτιμο. Έγινε χώρος υποδοχής αυτών που έφταναν καθώς και προσωρινής διαμονής τους, μέχρι να τακτοποιηθούν σε σπίτια. Οι πρώτοι πρόσφυγες που έφθασαν ήταν από την Ανατολική Θράκη για να ακολουθήσουν άλλοι από τη Νικομήδεια, την Προύσα, τη Σμύρνη, τον Πόντο, την Καισάρεια. Μέχρι το τέλος του 1923 οι παλιοί κάτοικοι, οι Μουσουλμάνοι, χαρακτηρίστηκαν ανταλλάξιμοι και έφυγαν για να εγκατασταθούν στην Τουρκία. Στη Σέλιανη κατοικούσαν πια μόνο πρόσφυγες Έλληνες Χριστιανοί, που μιλούσαν την ίδια γλώσσα, την ελληνική, αλλά σε διαφορετικές διαλέκτους, ανάλογα με την περιοχή από την οποία προέρχονταν. Η επικοινωνία μεταξύ τους, ήταν αρκετά δύσκολη, όμως στο πρώτο πράγμα που κατάφεραν να συμφωνήσουν, ήταν ότι πρέπει να κάνουν το παν για να προκόψουν και να ριζώσουν σ? αυτό τον τόπο, τη νέα τους πατρίδα. Η γεωργία ήταν η βάση από όπου ξεκίνησαν αυτή τη μεγάλη προσπάθεια. Άλλωστε οι περισσότεροι προέρχονταν από χωριά και ήξεραν καλά από αγροτικές δουλειές. Οι Θρακιώτες πιάστηκαν με τα αμπέλια, οι άλλοι με την καπνοκαλλιέργεια. Το στάρι που έσπερναν ήταν ίσα-ίσα για το ψωμί και τα ζυμαρικά της οικογένειας.
-Η σωστή προκοπή, αυτή που θα μας οδηγήσει σε ένα καλύτερο αύριο, αρχίζει από τα γράμματα, είπε ο Χρήστος Λυμπερίδης.
Ήταν αυτός που τον είχαν εκλέξει πρόεδρο, για να τους εκπροσωπεί στις επαφές τους με το ελληνικό κράτος. Κάποιοι όμως δυσανασχέτησαν.
-Μόνο τα χέρια μας να είναι καλά, είπαν, γιατί με τους κοντυλοφόρους και τα κιτάπια χωράφι δεν οργώνεται και προκοπή δε γίνεται.
Οι πολλοί όμως συμφώνησαν ότι και τα γράμματα πρέπει να γίνουν προτεραιότητα όπως και το ψωμί. Κι όχι μόνο αυτό αλλά θεώρησαν ότι είναι ανάγκη να βιαστούν και ότι δεν πρέπει να περιμένουν πότε θα πάρει τις αποφάσεις του το κράτος.
-Κτίριο έχουμε, καλά να είναι οι Βούλγαροι, είπε και πάλι ο πρόεδρος. Αφού το θέλανε αυτοί για σχολείο, σχολείο θα το κάνουμε κι εμείς. Κάποιοι γραμματιζούμενοι υπάρχουν μεταξύ μας και θα μπορέσουν να τα καταφέρουν στην αρχή. Ας ξεκινήσουμε μ? αυτούς να κάνουν τους δασκάλους και να διδάσκουν και κάποια στιγμή το Κράτος θα στείλει και τους δικούς του.
Τις πληροφορίες, για την άφιξη των προσφύγων στο χωριό μας και τις προσπάθειες τους να οργανωθούν, τις βρήκαμε στο Μυθιστόρημα του Κώστα Πούλια «ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΣΗΜΑΔΙΑ». Μιλήσαμε και με τον συγγραφέα και μας βεβαίωσε ότι οι πληροφορίες του βασίζονται σε προφορικές μαρτυρίες εκείνων των ανθρώπων, που τις συνέλεξε συστηματικά πριν από τριάντα χρόνια.
1922-1941
Μεγαλοπρεπές, πετρόκτιστο, κεραμοσκεπές, ψηλοτάβανο και φωτεινό, με τέσσερις μεγάλες αίθουσες κι ακόμη έναν πιο μεγάλο διάδρομο και μια μεγάλη αποθήκη, στο υπόγειο, ήταν εκεί και περίμενε για να στεγάσει το Δημοτικό Σχολείο και τις ελπίδες του χωριού για προκοπή. Πενήντα μέτρα πιο κάτω, δίπλα στο ποταμάκι που σήμερα έχει στερέψει, κτίστηκαν δύο τουαλέτες, μια για τα αγόρια και μία για τα κορίτσια. Ήταν οι μόνες κτιστές τουαλέτες που υπήρχαν σε όλο το χωριό (για να μην πούμε σε όλη την περιοχή) και μάλιστα με τρεχούμενο νερό. Ο ελεύθερος χώρος στη βόρεια πλευρά διευθετήθηκε, όσο καλύτερα γίνονταν και διαμορφώθηκε σε αυλή. Στο μεταξύ οι δάσκαλοι είχαν πιάσει δουλειά.
Η Βαλσαμίνη Παπαδοπούλου, που κατάγονταν από την Κωνσταντινούπολη, και είχε αποφοιτήσει πρόσφατα από ένα Σχολαρχείο της Πόλης. Αργότερα αναγνωρίστηκε σαν κανονική δασκάλα και δίδαξε στο σχολείο μέχρι το 1966, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε. Απεβίωσε το 1991.
-Ο Σταύρος Ελεμένογλου που κατάγονταν από την Καππαδοκία και είχε αποφοιτήσει από την Ροδοκανάκειο Ιερατική Σχολή Σμύρνης. Όταν το Σχολείο ήρθε στην ευθύνη του κράτους ο Σταύρος Ελεμένογλου, σταμάτησε να διδάσκει και παρέμεινε γραμματέας της κοινότητας, εργασία που μέχρι τότε έκανε παράλληλα και με αυτήν του δασκάλου.
Όταν το Ελληνικό κράτος αποφάσισε να οργανώσει σχολεία, στα προσφυγικά χωριά, το δικό μας Σχολείο ήταν πανέτοιμο και απλώς από κοινοτικό έγινε δημόσιο.
Το 1926 ένας απόφοιτος του Σχολείου μας (Είχε ξεκινήσει να σπουδάζει από τη Νικομήδεια) αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του, στο γυμνάσιο Καβάλας. Ήταν ο μοναδικός μαθητής του σχολείου που προπολεμικά έκανε αυτό το τόλμημα. Η Καβάλα για τα μέτρα εκείνης της εποχής ήταν πολύ μακριά από το χωριό. Κι όμως ο πατέρας του Χρήστος Λυμπερίδης, για ένα ολόκληρο χρόνο, τον πήγαινε κάθε πρωί στην Καβάλα, καβάλα πάνω στο άλογο τους και τον γύριζε το μεσημέρι όταν σχολούσε. Από την επόμενη χρονιά και μέχρι να τελειώσει το γυμνάσιο φιλοξενήθηκε σε ένα οικοτροφείο. Αργότερα συνέχισε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης και έγινε δικηγόρος. Μετά από πολλά χρόνια ο Θεόδωρος Λυμπερίδης, σαν Βουλευτής Καβάλας πια, θα συνδέσει το όνομά του με μια μεγάλη στιγμή για το σχολείο του χωριού μας.
Στο σχολείο εκτός από τα παιδιά των προσφύγων άρχισαν να έρχονται και τα παιδιά μιας νομαδική φυλής, των Σαρακατσάνων. Οι Σαρακατσάνοι ξεχώριζαν από την χαρακτηριστική ενδυμασία τους, που διατήρησαν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του εξήντα. Η μοναδική απασχόληση αυτών των ανθρώπων ήταν η κτηνοτροφία. Από το τέλος της δεκαετίας του 1910, όταν διαμορφώθηκαν τα νέα σύνορα της Βαλκανικής, οι Σαρακατσάνοι αναγκάστηκαν να σταματήσουν τη νομαδική ζωή και την περιφορά τους από περιοχή σε περιοχή των Βαλκανίων. Μια ομάδα από αυτούς εγκαταστάθηκε σε καλύβες, δυτικά του χωριού κοντά στη γειτονιά Πούρνατζικ. Με τα χρόνια οι καλύβες έγιναν σπίτια και δημιουργήθηκε ο συνοικισμός Βρυσούλες. Σταδιακά οι Σαρακατσάνοι εγκατέλειψαν την κτηνοτροφία και έγιναν και αυτοί γεωργοί.Οι μαθητές του Σχολείου όλο αυτό το διάστημα ξεπερνούσαν πάντα τους 220.
Η λειτουργία του σχολείου από την ίδρυση του μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο συνεχίστηκες χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Από το 1941 όμως μέχρι το 1944 οι βουλγαρικές αρχές κατοχής διέκοψαν τη λειτουργία του και το σχολείο μετατράπηκε σε αποθήκη δημητριακών και πατάτας.
-Τη δεκαετία του ?40 δίδαξε στο Σχολείο των Φιλίππων και ο Σταύρος Ρωμανίας που έγινε ευρύτερα γνωστός στη Καβάλα από το βιβλίο που εξέδωσε το 1949 με τίτλο «Η ΚΑΒΑΛΑ ΑΛΛΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ». Στο βιβλίο αυτό αναφέρει και για τις δύο πρώην μαθήτριες του, την Αλίκη Τσιμπερή και τη Ξανθίπη Κλίκη που περιλαμβάνονταν στα θύματα της μεγάλης της 4/10/41 από τον βουλγαρικό στρατό κατοχής.
-Μια μαθήτρια του σχολείου, απόφοιτη του 1941, η Ευανθία Κυζιριάν (Σήμερα Μόσχου), συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση μεταφέροντας μηνύματα και είδη πρώτης ανάγκης στους αντάρτες των βουνών. Να αναφέρουμε, με αυτή την ευκαιρία, ότι μαζί με τους Έλληνες πρόσφυγες, το 1923, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό μας και δύο Αρμενικές οικογένειες, του Μανούκ Κυζιριάν και του Αγκόπ Μπαλτζιάν. Οι οικογένειες αυτές αφομοιώθηκαν πολύ σύντομα με τον ελληνικό πληθυσμό του χωριού.
1945-1966
Από το 1945 το Σχολείο άρχισε και πάλι να λειτουργεί αλλά με πολλές ελλείψεις. Επί κεφαλής της προσπάθειας ήταν και πάλι η Βαλσαμίνη Παπαδοπούλου. Από το 1950 η κατάσταση ομαλοποιήθηκε. Λειτουργούσαν έξη τάξεις και οι δάσκαλοι ήταν όλοι νέοι και προέρχονταν κυρίως από την Πελοπόννησο. Στο τέλος της δεκαετίας του εξήντα οι νέοι δάσκαλοι ήταν κυρίως απόφοιτοι τη Ζαρίφειου Παιδαγωγικής Ακαδημίας Αλεξανδρούπολης και κατάγονταν από τη Θράκη.
Το 1956 ήρθαν τέσσερις νέοι δάσκαλοι, ο Θεόδωρος Κανέλος, ο Γιώργος Τσαρούχας, ο Δημοσθένης Καλύβας και η Δεσποινίς Φανουρία. Η άφιξη αυτών των δασκάλων ήταν ορόσημο στη λειτουργία και εξέλιξη του Σχολείου.
Με δική τους φροντίδα, που πέρα από τις διάφορες λεπτομέρειες που έφεραν ένα πνεύμα ανανέωσης, δημιουργήθηκε εργαστήριο για το μάθημα της «Φυσικής Πειραματικής και Χημείας», καθώς επίσης κατασκευάστηκε και ένα μεγάλο αμμοδοχείο που χρησίμευε στο μάθημα της πατριδογνωσίας.
Ο Θ.Κανέλος και η Δεσποινίς Φανουρία έφυγαν το 1959 και ήρθαν στη θέση τους η δεσποινίς Σμαρώ, ο Κώστας Δήμτσας και η Δημητρίου Μαρία. Όλοι οι δάσκαλοί που εναλλάσσονταν αυτή την περίοδο ήταν εξαιρετικοί εκπαιδευτικοί και συντελούσαν στο να διατηρηθεί το υψηλό επίπεδο του σχολείου. Τ διάστημα αυτό υπηρέτησαν στο σχολείο και η Ελπίδα Ριγοπούλου, Ευθυμία Παπαδοπούλου και ο Βιτάλης Γεώργιος.
Ο Δημοσθένης Καλύβας αξίζει ιδιαίτερης μνείας. Έμεινε στο χωριό μέχρι το 1970, οπότε και μετατέθηκε στο 10οΔημοτικό Σχολείο Καβάλας. Το εκπαιδευτικό και κοινωνικό έργο που άφησε πίσω του ήταν τεράστιο.
Στη διάρκεια της θητείας του εδώ, βελτιώθηκαν και αξιοποιήθηκαν :
Ο σχολικός ανθόκηπος, με ένα πολύ ωραίο σιντριβάνι. Βρίσκονταν περίπου στην ίδια θέση με τον σημερινό κήπο με διαφορετική όμως τη διαμόρφωση του εδάφους
Ο σχολικός οπωρώνας με κερασιές, μιλιές και διάφορα άλλα δένδρα που βρίσκονταν στο νότιο τμήμα της σημερινής αυλής του σχολείου.
Ο σχολικός λαχανόκηπος που βρίσκονταν στη θέση που σήμερα είναι το μνημείο πεσόντων. Ο λαχανόκηπος μετά από κάποια χρόνια μετατράπηκε κι αυτός σε ανθόκηπο.
To 1952 διαμορφώθηκε η νότια είσοδος του σχολείου με την κατασκευή ενός μεγάλου κλιμακοστάσιου. Το κλιμακοστάσιο αυτό ανακατασκευάστηκε το 1958 για να επεκταθεί ο δρόμος. Το 1954 κατασκευάστηκε από την Κοινότητα ο μεγάλος πετρόκτιστος τοίχος και το μεγάλο τρίπλευρο κλιμακοστάσιο που διαμόρφωσαν την αυλή του σχολείου. Επίσης το 1956 στην ανατολική πλευρά κατασκευάστηκε μία βρύση για τις ανάγκες των μαθητών. Η βρύση αυτή θάφτηκε, το 1972, κάτω από μπάζα γιατί η θέση που βρίσκονταν υπερυψώθηκε και διαμορφώθηκε σε πλατεία.
Το χρόνια αυτά οι ώρες διδασκαλίας ήταν: Από Δευτέρα μέχρι Σάββατο τέσσερις ώρες το πρωί (08.00-12.00) και Δευτέρα, Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή δύο ώρες το απόγευμα (14.00-16.00). Το πρωί γίνονταν τα κύρια μαθήματα και το απόγευμα, τα βοηθητικά όπως καλλιγραφία, ιχνογραφία, ωδική και καλλιέργεια του κήπου.
Από τον Μήνα Μάιο μέχρι το τέλος της σχολικής χρονιάς τα μαθήματα γίνονταν μόνο πρωί (08.0-13.00) ώστε οι μαθητές των μεγάλων τάξεων να μπορούν το απόγευμα να κατεβαίνουν στα χωράφια για να βοηθούν τους γονείς τους στη καπνοφυτεία.
Από το 1950 έως το 1960 λειτουργούσε και μία νυκτερινή τάξη την οποία παρακολουθούσαν εθελοντικά όσοι δε γνώριζαν γραφή και ανάγνωση.
Το σχολείο διατηρούσε και τις καρτέλες εμβολιασμού των μαθητών, για την ευλογιά. Οι εμβολιασμοί γίνονταν στο σχολείο από συνεργείο της Νομαρχίας. Στον έλεγχο προόδου, το ενδεικτικό και το απολυτήριο κάθε μαθητού αναγράφονταν ο εμβολιασμός αυτός με την ένδειξη:
(ΕΔΑΜΑΛΙΣΘΗ ΔΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ????..)
Σε περιπτώσεις επιδημίας διαφόρων ασθενειών γίνονταν και έκτακτοι εμβολιασμοί.
Για να εξασφαλιστούν έσοδα για τις δράσεις του σχολείου οι συνήθεις τρόποι ήταν, για ένα διάστημα η εμπορία των φρούτων του οπωρώνα αλλά κυρίως η συγκομιδή και πώληση χαμομηλιού σε χονδρεμπόρους. Κάθε άνοιξη ένα ολόκληρο πρωινό όλοι οι μαθητές του σχολείου με την επίβλεψη των δασκάλων εξορμούσαν στις εξοχές του χωριού όπου υπήρχε υπεραφθονία χαμομηλιού και μάζευαν μεγάλες ποσότητες. Ένας ακόμη τρόπος για να εξευρεθούν έσοδα ήταν η ετήσια χοροεσπερίδα που διοργανώνονταν τις ημέρες της αποκριάς. Επίσης υπήρχε και το σχολικό αγρόκτημα που η παραχώρησή του για καλλιέργεια γίνονταν μέσω δημοπρασίας. Επίσης κάποια έσοδα προέρχονταν από εισιτήρια τις σχολικές παραστάσεις της25ης Μαρτίου.
Από το 1959 μέχρι το 1966 ιδρύθηκε και λειτούργησε Σχολικός Συνεταιρισμός. Το αρχικό κεφάλαιο για τη σύσταση του ήταν από εισφορά 2 δραχμών από τους μαθητές και από δωρεά 500 δραχμών του Αγροτικού Συνεταιρισμού. Στο πρατήριο που το διαχειρίζονταν επιτροπή μαθητών και δασκάλων, προμήθευε τους μαθητές με βιβλία και σχολικό υλικό. Από το Ραδιοφωνικό Σταθμό Ενόπλων Δυνάμεων Καβάλας έγινε αφιέρωμα στον Σχολικό συνεταιρισμό στα πλαίσια της Κυριακάτικης εκπομπής «Παγκόσμια Ραδιοφωνική Επιθεώρηση». Ήταν ένα γεγονός πρωτόγνωρο και ασυνήθιστο για εκείνη την εποχή.
Η συμμετοχή του σχολείου στην κοινωνική ζωή του χωριού ήταν σημαντική. Η δενδροφύτευση ήταν μια από αυτές τις δράσεις. Όλα τα πεύκα που υπάρχουν στο περιαστικό δάσος του χωριού έχουν φυτευτεί αποκλειστικά και μόνο από τους μαθητές του Δημοτικού Σχολείου σε οργανωμένες εξορμήσεις δενδροφύτευσης. Συχνές ήταν επίσης οι εξορμήσεις των μαθητών για τον καθαρισμό των δρόμων από τις πέτρες, που ήταν εκείνα τα χρόνια το μεγάλο πρόβλημα του χωριού. Σημαντικό ήταν επίσης και φιλανθρωπικό έργο του Σχολείου κυρίως στους άπορους μαθητές του.
Έχουν αφήσει εποχή οι σχολικές παραστάσεις στην επέτειο της 25ης Μαρτίου. Ήταν κυριολεκτικά, το ετήσιο καλλιτεχνικό γεγονός του χωριού, για πολλά χρόνια. Η είσοδος για το κοινό ήταν με εισιτήριο και οι παραστάσεις επαναλαμβάνονταν δύο και τρεις φορές. Για πολλά χρόνια σαν θέατρο χρησιμοποιούσαν το μεγάλο διάδρομο του σχολείου. Αργότερα όταν κατεδαφίστηκε το κλιμακοστάσιο, χρησιμοποιήθηκε μερικές φορές για σκηνή το μεγάλο κεφαλόσκαλο που δημιουργήθηκε ενώ οι θεατές κατελάμβαναν το οδόστρωμα.
Μια επίσης σημαντική εκδήλωση του σχολείου ήταν η Λαμπαδηδρομία την παραμονή της Εθνικής Επετείου της 25ηςΜαρτίου. Το έθιμο αυτό με τα χρόνια εκφυλίστηκε και διακόπηκε στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα.
Οι γυμναστικές επιδείξεις στο τέλος της σχολικής χρονιάς αρχικά πραγματοποιούνταν στην αυλή του σχολείου. Το 1956 και το 1957 πραγματοποιήθηκαν στο Στάδιο των Κρηνίδων με συμμετοχή όλων των σχολείων της περιοχής. Από το 1959 μέχρι το 1966 χώρος διεξαγωγής ήταν το ποδοσφαιρικό γήπεδο του χωριού μας.
Το 1960 έλαβε χώρα ένα πρωτότυπο κοινωνικό γεγονός. Οι μαθητές του σχολείου, εκπροσωπούμενοι από τη μαθήτρια της έκτης τάξης Αθηνά Παπατζάνη (σήμερα Καραστεργίου) βάφτισαν και έδωσαν το όνομα Αναστασία σε ένα ορφανό κοριτσάκι. Το σχολείο για αρκετά χρόνια ανέλαβε τα έξοδά του. Στις γιορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα οι μαθητές έδιναν από μισή η μία δραχμή ο καθένας και με το ποσό που συγκεντρώνονταν αγόραζαν δώρα στο βαφτιστήρι του σχολείου. |
Το 1962 ο πατέρας του μαθητή Ιάκωβου Κωνσταντινίδη, που ήταν μετανάστης στη Γερμανία με έρανο μεταξύ και των άλλων μεταναστών συγχωριανών μας, αγόρασε και δώρισε στο σχολείο ένα μεγάλο μαγνητόφωνο με μπομπίνες. Το δώρο αυτό για εκείνη την εποχή ήταν κάτι το ασύλληπτο, αν ληφθεί μάλιστα υπ? όψιν ότι το σχολείο δεν διέθετε ούτε καν ηλεκτρικό ρεύμα. Για να ακούσουν οι μαθητές το ηχογραφημένο μήνυμα, που έστειλαν οι μετανάστες μαζί με το δώρο τους, μαζεύτηκαν όλοι στο καφενείο του Διαμαντή Βερβερίδη, που λίγο καιρό πριν είχε συνδεθεί με το ηλεκτρικό δίκτυο. Την επόμενη χρονιά απέκτησε ηλεκτρικό ρεύμα και το σχολείο μας και το μαγνητόφωνο αυτό για πολλά χρόνια συνόδευε τις σχολικές εορτές και εκδηλώσεις.
Ο πληθυσμός του σχολείου, μετά τον πόλεμο εξακολουθούσε να κυμαίνεται γύρω στους 200 με 230 μαθητές για κάθε σχολικό έτος. Η τελευταία χρονιά που ο αριθμός των μαθητών ήταν πάνω από 200 ήταν το 1963 όπου φοιτούσαν 207 μαθητές και μαθήτριες.